1. Δείτε: Ως ρήμα, το "mira" σημαίνει να κοιτάζω, να κοιτάζω, να παρατηρώ ή να βλέπω κάτι. Χρησιμοποιείται για να κατευθύνει την προσοχή σε κάτι ή να ζητήσει από κάποιον να κοιτάξει κάτι.
- _"¡Mira! ¡Ahí viene el autobús!"_ (Κοίτα! Έρχεται το λεωφορείο!)
- _"Για χάρη, mira lo que estás haciendo."_ (Σε παρακαλώ, κοίτα τι κάνεις.)
2. Στόχος: Το "Mira" μπορεί επίσης να σημαίνει να στοχεύεις, να δείχνεις ή να κατευθύνεις κάτι προς έναν στόχο.
- _"El jugador de fútbol tenía que mirar bien antes de disparar."_ (Ο ποδοσφαιριστής έπρεπε να στοχεύσει προσεκτικά πριν σουτάρει.)
- _"¡Mira bien antes de cruzar la calle!"_ (Κοιτάξτε και τις δύο κατευθύνσεις πριν διασχίσετε το δρόμο!)
3. Σκεφτείτε: Σε ορισμένες περιπτώσεις, το "mira" μπορεί να σημαίνει ότι εξετάζω, εξετάζω ή σκέφτομαι κάτι.
- _"Debemos mirar seriamente esta oportunidad de inversión."_ (Θα πρέπει να εξετάσουμε σοβαρά αυτήν την επενδυτική ευκαιρία.)
- _"Mira si te parece bien esta propuesta antes de aceptarla."_ (Σκεφτείτε εάν συμφωνείτε με αυτήν την πρόταση πριν την αποδεχτείτε.)
4. Στόχος: Το "Mira" μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί ως ουσιαστικό που σημαίνει στόχος, στόχος ή στόχος.
- _"La mira de la empresa es convertirse en líder del mercado."_ (Στόχος της εταιρείας είναι να γίνει ο ηγέτης της αγοράς.)
- _"Tenemos que establecer metas claras y precisas para lograr nuestras miras."_ (Πρέπει να θέσουμε σαφείς και συγκεκριμένους στόχους για να πετύχουμε τους στόχους μας.)
5. Παρακολουθήστε: Σε ορισμένα πλαίσια, το "mira" μπορεί να σημαίνει να παρακολουθείς ή να παρακολουθείς κάτι ή κάποιον.
- _"La madre tiene que mirar konstantemente al bebé para asegurarse de que esté bien."_ (Η μητέρα πρέπει να παρακολουθεί συνεχώς το μωρό για να βεβαιωθεί ότι είναι εντάξει.)
- _"La policía tiene puesto vigilancia para mirar si hay algún sospechoso."_ (Η αστυνομία παρακολουθεί σε περίπτωση που υπάρχουν ύποπτοι.)
Συνολικά, η έννοια του "mira" εξαρτάται από τη χρήση του σε μια πρόταση και το πλαίσιο στο οποίο χρησιμοποιείται.