Το Chhand προέρχεται από τη σανσκριτική λέξη "chhanda", που σημαίνει μέτρο ή στίχος. Περιλαμβάνει τη χρήση συγκεκριμένων ρυθμικών μοτίβων και ακολουθιών ποδιών που δημιουργούν μια ευχάριστη και δυναμική ροή στο χορό. Κάθε μορφή κλασικού χορού έχει το ξεχωριστό chhand της, το οποίο συμβάλλει στο μοναδικό στυλ και αισθητική του.
Στον ινδικό κλασικό χορό, τα ρυθμικά μοτίβα (tala) χωρίζονται σε διαφορετικούς χρονικούς κύκλους, γνωστούς ως "avartas" ή "laya". Αυτοί οι χρονικοί κύκλοι χαρακτηρίζονται από τα πόδια και τα χειροκροτήματα του χορευτή. Ο χορευτής κινείται σύμφωνα με τον ρυθμό του tala, τηρώντας τα ρυθμικά μοτίβα και τις παραλλαγές που προβλέπονται για κάθε στυλ χορού.
Για παράδειγμα, στο Kathak, μια από τις πιο εξέχουσες μορφές κλασικού χορού από τη Βόρεια Ινδία, το chhand παίζει ζωτικό ρόλο στη δημιουργία του δυναμικού ποδιού και των περίπλοκων ρυθμικών μοτίβων που είναι γνωστά ως "bols". Οι χορευτές Kathak χρησιμοποιούν μια ποικιλία από chhands, το καθένα με το συγκεκριμένο πόδι και τη ρυθμική του δομή, όπως Teentala, Ektala και Jhaptaal.
Ομοίως, στο Bharatanatyam, μια κλασική μορφή χορού από τη Νότια Ινδία, το chhand εκφράζεται μέσω των "adavus" (βασικές χορευτικές μονάδες) και "jathis" (μοτίβα ποδιών). Οι χορευτές Bharatanatyam εκτελούν ακολουθίες adavus και jathis σε διάφορους χρονικούς κύκλους, δημιουργώντας περίπλοκα ρυθμικά μοτίβα και επιδεικνύοντας την ακρίβεια και τον έλεγχό τους.
Το Chhand περιλαμβάνει επίσης την έννοια του "laya" ή του τέμπο. Οι χορευτές μπορεί να αλλάξουν την ταχύτητα και την ένταση των ρυθμικών μοτίβων για να δημιουργήσουν διαφορετικά εφέ και διαθέσεις στο χορό. Το πιο γρήγορο laya δημιουργεί μια αίσθηση επείγοντος και ενθουσιασμού, ενώ το πιο αργό laya μπορεί να μεταφέρει γαλήνη ή περισυλλογή.
Συνοπτικά, το chhand στον κλασικό χορό αναφέρεται στα ρυθμικά μοτίβα, τις ακολουθίες ποδιών και τους χρονικούς κύκλους που αποτελούν τη βάση του χορού. Αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της τεχνικής του κλασικού χορού που προσθέτει δομή, δυναμισμό και αισθητική ομορφιά στην παράσταση.