- Στην πραγματικότητα λάσπη: Καλυμμένο ή γεμάτο λάσπη.
> Τα λασπωμένα νερά του ποταμού περνούσαν από το χωριό.
- Εικόνα λάσπη: Μη σαφής ή διαφανής.
> Ο Σαίξπηρ χρησιμοποιεί το muddy για να περιγράψει το νερό, τον καιρό, τη γλώσσα και το μυαλό
> Το λασπωμένο νερό αντανακλούσε τα δέντρα και τον ουρανό.
> Τα λασπωμένα χρώματα του ουρανού έδειχναν ότι ερχόταν μια καταιγίδα.
> Η λασπώδης γλώσσα του πολιτικού δυσκολευόταν να καταλάβει τι έλεγε.
> Το μυαλό τους ήταν λασπωμένο από σύγχυση.
- Εικόνα ηθικά βρώμικο :Μολυσμένο ή ακάθαρτο.
> Η λασπωμένη φήμη του πολιτικού δυσκόλεψε την εκλογή του.