β :ηθικά κατακριτέο
γ :δίνεται ή χαρακτηρίζεται από ανομία. ΚΑΚΟ
d :χονδρικά άδικο ή άδικο. ΑΙΣΧΡΟΣ
e :άτακτος; ΔΙΑΘΕΤΕΙ ΚΑΚΟ
2a :καταραμένος; ΑΘΕΟΦΟΒΟΣ
β :πρόκληση ταλαιπωρίας ή βλάβης
γ :εξαιρετικά ή εξαιρετικά δυνατός, μεγάλος ή έντονοςισχυρός κακός άνεμος
3 :έξυπνος με ανήθικο ή άτακτο τρόπομια κακή αίσθηση του χιούμορ