Σε ορισμένες περιπτώσεις, η λέξη "atlético" μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για να σημαίνει "μυώδης" ή "δυνατός". Για παράδειγμα, «el hombre atlético» σημαίνει «ο μυώδης άντρας» και «la mujer atlética» σημαίνει «η δυνατή γυναίκα».
Η λέξη "atlético" προέρχεται από την ελληνική λέξη "athlētēs", που σημαίνει "αθλητής". Χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στα ισπανικά τον 18ο αιώνα.