Μία από τις κεντρικές κοινωνικές αιτίες προς την οποία εργάστηκαν οι Beecher και Grimké ήταν η κατάργηση της δουλείας. Υποστήριξαν με πάθος τη χειραφέτηση των σκλαβωμένων ανθρώπων και το τέλος του θεσμού της δουλείας, αναδεικνύοντας την ηθική και ανθρωπιστική επιταγή να αντιμετωπίζονται όλα τα άτομα με σεβασμό και αξιοπρέπεια. Οι Beecher και Grimké πίστευαν ότι η κατάργηση της δουλείας ήταν απαραίτητη για μια πιο δίκαιη και ισότιμη κοινωνία.
Εκτός από τον ακτιβισμό τους κατά της δουλείας, και οι δύο γυναίκες συνέβαλαν καθοριστικά στην προώθηση των δικαιωμάτων και της εκπαίδευσης των γυναικών. Η Beecher άνοιξε σχολεία και εκπαιδευτικά προγράμματα για γυναίκες, ενώ ο Grimké έγινε ηγετική φωνή στην υπεράσπιση της ισότητας και του δικαιώματος ψήφου των γυναικών. Υποστήριξαν ότι οι γυναίκες πρέπει να έχουν τις ίδιες ευκαιρίες με τους άνδρες όσον αφορά την εκπαίδευση, την απασχόληση και τη συμμετοχή στη δημόσια ζωή. Οι προσπάθειές τους συνέβαλαν σημαντικά στο αυξανόμενο κίνημα για τα δικαιώματα των γυναικών του 19ου αιώνα, ανοίγοντας το δρόμο για τις μελλοντικές γενιές να συνεχίσουν τον αγώνα για τα δικαιώματα των γυναικών και την κοινωνική δικαιοσύνη.