Σε όλο το ποίημα, ο ομιλητής στοχάζεται τις παιδικές του εμπειρίες στα χωράφια, όπου ένιωσε μια βαθιά αίσθηση σύνδεσης με τον Θεό και τη γη. Θυμάται συγκεκριμένες στιγμές που ένιωσε την παρουσία του Θεού, όπως να βρει μια «φωλιά πουλιού στο καλαμπόκι» και να δει «ένα γεράκι από πάνω στον ήλιο». Ωστόσο, καθώς ο ομιλητής μεγάλωνε και καταναλωνόταν περισσότερο με τις ευθύνες και τους περισπασμούς της καθημερινής ζωής, έχασε σταδιακά αυτή την αίσθηση της σύνδεσης.
Η λέξη «τους έχασες χθες» χρησιμεύει ως σημείο καμπής στο ποίημα, σηματοδοτώντας τη συνειδητοποίηση του ομιλητή ότι έχασε κάτι με μεγάλη αξία. Βλέπει ότι έχει απομακρυνθεί από το μονοπάτι που τον οδήγησε κάποτε πιο κοντά στον Θεό και τον φυσικό κόσμο. Στη συνέχεια, το ποίημα παίρνει έναν πιο επείγοντα και στοχαστικό τόνο, καθώς ο ομιλητής εκφράζει τη λαχτάρα του να ανακτήσει τη σύνδεση που έχει χάσει.
Στο πλαίσιο του ποιήματος, το «τους έχασες χθες» μπορεί να ερμηνευτεί με διάφορους τρόπους. Θα μπορούσε να αναφέρεται στην απώλεια της αθωότητας και της παιδικής κατάπληξης του ομιλητή ή στον αυξανόμενο αποχωρισμό του από τον φυσικό κόσμο λόγω των απαιτήσεων της σύγχρονης κοινωνίας. Τελικά, αντιπροσωπεύει την απώλεια μιας βαθιάς πνευματικής σύνδεσης που ο ομιλητής είναι αποφασισμένος να βρει ξανά.
Συνολικά, η φράση «τους έχασες χθες» περικλείει την αίσθηση της λύπης και της λαχτάρας του ομιλητή, θέτοντας το υπόβαθρο για το υπόλοιπο ποίημα, το οποίο διερευνά τα θέματα της λύτρωσης και της αναζήτησης νοήματος μπροστά στην απώλεια.